Πέμπτη 26 Ιουλίου 2018

Θέλω να φωνάξω πως ζω, μα όλο βγαίνουνε ονόματα απ' το στόμα μου. Ζω ή ζούνε μέσα μου; Στο τέλος γράψαμε τα ονόματα και τα πετάξαμε στη θάλασσα. Στο τέλος γράψαμε ο,τι καλύτερο μπορούσαμε.

https://www.youtube.com/watch?v=8T4p0Af-7pM

Μέρος 1ο - Η Αρχή του Τέλους της Γραφής

Αναρωτιέμαι, ποιοι από αυτούς που θα διαβάσουν το παρόν τελευταίο κείμενό μου θα έχουν διαβάσει και το πρώτο; Ποιος από δω θυμάται το "Ο Χάρι Πότερ πέθανε", το μακρινό 2011; Αν και τώρα που γύρισα πίσω να ψάξω, δε θυμάμαι καν που πήγε αυτό το κείμενο. Ποιος θυμάται το προηγούμενο μπλογκ; Τα τότε κείμενα που ήταν τόσο διαφορετικά από τα τωρινά. Και ποιος θα θυμάται αυτό το κείμενο όταν μετά από λίγες μέρες δε θα είναι καν ανεβασμένο;

Έχει όμως και τα καλά του το τελευταίο κείμενο. Τέρμα πια οι συμβιβασμοί, τέρμα τα φίλτρα, τέρμα οι υποχωρήσεις. Αγάπες, γράφω για να τελειώσω κι έτσι γράφω χωρίς τύψεις ή φόβο. Τι κι αν δε γραφτεί καλό; Τι κι αν δε συγκινηθείτε; Τι κι αν δεν είναι πιο έξυπνο από τα προηγούμενα, πιο δυνατό, πιο ενδιαφέρον;

Δεν πειράζει τίποτα πια, είναι το τελευταίο μου κείμενο. Από δω και πέρα θα μιλάμε με άλλους όρους.

Μέρος 2ο - Πληγώνοντας

Ξέρει η Χριστίνα και ήρθε ο καιρός να το μάθετε κι εσείς, όταν κλαίνε μπροστά μου οι κοπέλες μου ερεθίζομαι. Μου αρέσει. Σήμερα όμως δε μ' άρεσε.Ο ΚΒ λέει πως τη δύναμη την έχει αυτός που πονάει. Εγώ λέω πως δεν ξέρω ποιος έχει τη δύναμη αλλά όταν χτυπάω και πονάνε ματώνω κι εγώ. Αλλά ποιος θα με πιστέψει; Ποιος θα πιστέψει πως πληγώνοντας, πληγώνομαι κι εγώ; Κανείς.

Οι αμαρτίες μου έχουν πληρωθεί προκαταβολικά και η πληγωμένη που ταξιδεύει για το σπίτι της ξέρει πολύ καλά, μέσα της βαθειά, πως δεν φτάνουν όλα τα νερά του Ιορδάνη να με ξεπλύνουν. Ξέρει κι άλλα, ξέρει πολλά γιατί είναι καλή, αλίμονο όμως, πότε έφτασε, πότε αρκούσε, πότε ήταν κατάλληλο το να είσαι καλός; Ποτέ.

Για αυτό πληγώθηκε, για αυτό την πλήγωσα, για αυτό κι εγώ θα πληγωθώ. Ποτέ δεν ήταν αρκετό να είναι/είμαι καλή/καλός.

Μέρος 3ο - Η θεά της Γονιμότητας

Ευτυχώς έχεις σταματήσει να διαβάζεις. Δεν ξέρω καν αν όντως σταμάτησες αλλά με βολεύει για να μη χρειαστεί να είμαι ευγενικός. Να μη χρειαστεί να είμαι υπέροχος.

Πόσο ανάγκη έχω αυτό το κενό, αυτό το διάλειμμα. Όμως αυτό έχω ανάγκη ακριβώς. Διάλειμμα. Όχι παύση. Κουράστηκα και θέλω ξεκούραση. Κι εσύ το ίδιο. Μα πόσο εύκολο ήταν όμως να συνηθίσω να τριγυρνάς στα δωμάτιά μου; Ανόητο, το ξέρω, όμως θέλω να σε δω να σκοντάφτεις πάλι στα πεταμένα μου πράγματα.

Ειρωνεύεσαι την αγάπη μου και αποδιώχνεις τη φροντίδα μου και αυτό που μου κάνει εντύπωση είναι η ύβρη που διαπράττεις με αυτό. Δε φοβάσαι να απορρίπτεις κάτι τόσο δυνατό; Κάτι τόσο όμορφο; Αλλά φυσικά, αν κάποιος μπορεί να το κάνει, είσαι εσύ.

Το ξέρεις πως είμαι σχεδόν καλά; Το ξέρεις πως δε θέλω να με αγγίξει κανείς πια; Το ξέρεις πως με διαλύεις όταν μου τρίβεις την πλάτη; Μέχρι που έχουν φτάσει οι γνώσεις σου για μένα, αναρωτιέμαι. Αναρωτιέμαι πόσα δεν ξέρεις. Αναρωτιέμαι αν θα αντέξεις να τα μάθεις. Αναρωτιέμαι αν ξέρεις πως καταφέρνω να αντέχω τους δικούς μου πόνους. Αναρωτιέμαι αν μαντεύεις τους δικούς μου πόνους.

---
Το όνομά σου; να!
τα πέντε εκείνα αστέρια που θυμίζουνε κεραία.
Η φωνή σου; δες!
το διαμαντένιο τρίγωνο που δείχνει το Νοτιά.
Το σώμα σου; χα!
το δρεπάνι το μεγάλο που σημάδι έχει βάλει το αστέρι του Βορρά.
Και οι σκέψεις σου, το είναι σου;
το φεγγάρι που φωτίζει όταν όλα τ' άλλα σβήνουν.

Τα συστατικά σου είναι όλα εκεί πάνω
μες στο βράδυ φωτεινά και παγωμένα
ατσάλινα σύρματα με παίρνουν απ' το χέρι
και μ' οδηγούν σ' όμορφα μέρη
---

Μέρος Τελευταίο - Το Τέλος της Αρχής της Γραφής

Με συγκρατημένη αισιοδοξία λοιπόν, τελειώνει ο κύκλος μου σε αυτή εδώ την αηδία που ονομάσαμε συντριβάνι της μαλακίας, εεεεε, Σαλμακίας. Πρέπει, όπως μου έμαθε η Δήμητρα, ή τέλος πάντως όπως προσπάθησε να μου εξηγήσει, να μάθω να γράφω για μένα, και άααμα βγαίνει κάτι καλό να το μοιράζομαι. Όχι να τρέφομαι από τις προβολές του μπλογκ, από τα "α, πολύ ωραίο κείμενο Γιώργο" και τα "ουαου, πολύ ωραία φράση αυτή" κλπ κλπ.

Θα ήθελα κάποτε να γράφω ιστορίες που να είναι ωραίο να τις διαβάζει κάποιος. Και να είναι και χρήσιμο. Αλλά πρώτα πρέπει να μάθω να γράφω ιστορίες που να είναι ωραίο να τις γράφω, που να μου είναι χρήσιμο να τις γράφω. Κάποιες φορές το κατάφερα, άλλες όχι.

Επίλογος

Μακάρι να το δεις αυτό που έγραψα εδώ γιατί με βοήθησες πολύ να το σκεφτώ και να το κάνω.

Μακάρι να το δεις κι εσύ που με έκανες να ξεκινήσω όλη αυτή τη μαλακία που τελικά έβγαλε κάποια καλά πράγματα.

Μακάρι να τα καταφέρουμε, ακούς;

Όμως με ευχές και με μακάρι, κανείς δεν πήγε πουθενά.

Τρίτη 24 Ιουλίου 2018

Εν μέσω πυρκαγιών, εμείς το χαβά μας

https://www.youtube.com/watch?v=KAo4svd7IR4

    Όπως συμβαίνει κάποιες φορές το βράδυ, άνοιξε την κουρτίνα της μπαλκονόπορτας για να εισβάλει στο χώρο ο δρόμος. Θέλησε να σχολιάσει τι θα λένε οι απέναντι για τη φιγούρα, σκυμμένη πάνω από μια οθόνη, να κουνά χέρια, κάποιες φορές πόδια και να κοιτάει αποχαυνωμένη το κενό. Δεν το έκανε.

    Είχε βάλει μουσική, και όχι πως δεν του άρεσε πολύ η σιωπή, του άρεσε. Όμως του άρεσε πιο πολύ η μουσική. Και τώρα άκουγε κάτι ενδιαφέρον. Όπως και ζούσε κάτι ενδιαφέρον. Άφησε λίγο την οθόνη και κοίταξε έξω, το δρόμο. Ψέμματα. Δεν άφησε ποτέ την οθόνη από τα μάτια του. Το μυαλό του όμως; Α, αυτό ήταν μια άλλη ιστορία. Αυτό, τα βράδια, όταν άκουγε κάτι ενδιαφέρον και ήταν αργά ώστε να ξεχωρίζει τα οχήματα από τον ήχο, μηχανή, αυτοκίνητο, σκουπιδιάρικο, μηχανή, δεν άφηνε το δρόμο από τα μάτια του. Κοιτούσε την οθόνη γιατί δε χρειαζόταν μάτια για να δει την πόλη. Τις νύχτες με σωστή μουσική η εικόνα των δρόμων και της ποτέ έρημης και συνάμα έρημης πόλης ήταν αποτυπωμένα στο μυαλό του όπως μένει να προβάλλεται ένα δυνατό φως ακόμα κι όταν κλείσεις τα μάτια.

    Και δεν ξέρω αν το προσέχετε, αν κοιτάξεις ένα δυνατό φως πολύ ώρα και μετά κλείσεις τα μάτια, μέσα σε λίγη ώρα το φως μεταλλάσσεται, γίνεται πράσινο, ανοίγει, αναβοσβήνει, αλλάζει θέση, αποσυντονίζεται, λιώνει, γεννά άλλα. Έτσι κι η πόλη. Άμα την κοιτάξεις πολύ ώρα, μεταλλάσσεται.

    Όμως λέγαμε για τον τρωγλοδύτη που κάθεται σε ένα δωμάτιο με μπαλκονόπορτα. Πριν λίγο σκεφτόταν το σεξ. Πριν απ' αυτό σκεφτόταν τη θεά της των σπαρτών. Τώρα σκέφτεται την πόλη. Είναι κουρασμένος από τον αστικό ιστό. Από τους δρόμους που ξέρει αλλά πιο πολύ από αυτούς που δεν ξέρει. Βαρέθηκε, τον άκουσαν να λέει πριν κάτι μέρες, την πόλη. Ανοησίες, αν ρωτάτε εμένα.

    Τώρα θα σηκωθεί, θα τριγυρίσει να ξεπιαστεί, θα πάει να πιει νερό, θα φάει ίσως κάτι, θα ξανακάτσει. Δεν έχει δουλειά αύριο. Τι σκέφτεται; Με τι χάνει τον καιρό του; Θέλει να δημιουργήσει και δεν ξέρει τι; Θέλει να αλλάξει και δεν ξέρει πως. Θέλει να κάνει σεξ και να παίξει μπάλα γιατί αυτά κάνει καλά. Αυτά και να κουβαλάει. Και να μιλάει πολύ. Όχι και τα πιο χρήσιμα προσόντα. Όχι και οι πιο ενδιαφέρουσες πληροφορίες.

    Γερνά ο τρωγλοδύτης και κουράζεται πιο εύκολα πλέον. Δεν κοιτάει απ' το παράθυρο γιατί ξέρει ακριβώς τι θα δει. Επανάληψη και βαρεμάρα, θα πει κανείς. Δε διαφωνώ. Με κουράζει κι εμένα κάποιες φορές. Είναι πίσω, έχει μείνει πίσω. Περιμένει να αλλάξουν οι εποχές αλλά μάλλον και να αλλάξουν, δε θα το καταλάβει.

    Θα τον σκοτώσω. Και μετά θα διαβάσω τρία τέσσερα βιβλία για το τι πρέπει να κάνω για να τον αναστήσω. Και θα τον αναστήσω. Και θα είναι μπροστά αυτός που θα σηκωθεί από τον τάφο. Μπροστά όπως πάντα. Μπροστά όπως πρέπει.

    Δεν είμαι αυτός που του αρέσουν οι υποσχέσεις. Κι έτσι δεν υπόσχομαι τίποτα. Λέω απλά τι σκοπεύω να κάνω.

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

"είναι ικανός να σκοτώσει απλώς και μόνο για να απλοποιήσει τα πράγματα"

θα αφήσω εδώ τα συναισθήματα μου για να τ' απορροφήσεις όπως και όποτε θέλεις

από εδώ σου είναι πιο εύκολο ε; έτσι φαντάζομαι. άλλες φορές φαντάζομαι πως δεν τα θες, άλλες ότι σε κουράζουν, άλλες ότι τα σιχαίνεσαι, άλλες ότι τα περιγελάς.

αλλά τι νόημα έχει να σκέφτομαι τέτοια πράγματα; ας πούμε οτι τα θες

https://www.youtube.com/watch?v=KTUPBaO3Fwc

κι έτσι πάλι εδώ, να ακούω τα τραγούδια που μου στέλνεις κατά καιρούς και να μη μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο, η σκιά μου έρχεται μπροστά μου και μετά εξαφανίζεται

και έρχεται μπροστά μου και μετά εξαφανίζεται

και έρχεται μπροστά μου και μετά εξαφανίζεται

και στο ποδήλατο μεθυσμένος θυμάμαι το τραγούδι σου και το χορό σου και το βλέμμα σου, ειδικά το βλέμμα σου όταν ολοκλήρωνες τις 1 2 φιγούρες που έκανες, που γυρνούσες να δεις αν σε κοιτώ, δεν ξέρω από τι, από ματαιοδοξία; από περιέργεια; από ανασφάλεια;

εγώ προτιμώ να σκέφτομαι οτι ήθελες να σε κοιτώ, κι έτσι σε κοιτούσα αχόρταγα να κινείσαι, να υπάρχεις, να διαφεντεύεις

έτρεχα στο ποδήλατο μεθυσμένος και άφηνα τα σάλια μου να τρέχουν γιατί είχα λαχανιάσει και δεν πρόφταινα να κλείσω το στόμα μου και έτρεχε το σάλιο στο σαγόνι μου κι εγώ λαχάνιαζα από τις ανηφόρες και τη σκέψη σου

και τελικά κατέληξα να σε σκέφτομαι, να λαχανιάζω και να μου τρέχουν τα σάλια

---αυτό κράτα από σήμερα, σε σκέφτομαι και μου τρέχουν τα σάλια---

τα σκούπισα προτού φτάσω σπίτι
και ξαναβρήκα την ανάσα μου πριν βάλω τα κλειδιά στην πόρτα
όμως νιώθω ακόμα την ανάγκη να σ' ακούσω να τραγουδάς
την ανάγκη να σε δω να χορεύεις
την ανάγκη να σ' ακούσω να μου λες να σε κοιτάξω

ξέρω πως θυμάσαι
γιατί θυμάμαι κι εγώ

Παρασκευή 13 Ιουλίου 2018

Δεν θα ντραπώ, έχω ευθύνη όταν νιώθω. Το ίδιο κι εσύ.

Καθώς

γυρνάνε στο μυαλό μου τα τραγούδια που θα πρέπει να βάλω το βράδυ, ή αύριο το βράδυ

και

ακούω όμως άλλη μουσική, τρυπώντας μυαλό φτάνει στην καρδιά, σαν ξίφος που μπαίνει από την κορυφή του κεφαλιού, περνά από τον εγκέφαλο, πνίγει το λαιμό και φτάνει στο παλλόμενο όργανό μου

και

ξυπνάω αλαφιασμένος λίγο πριν το ξίφος, λίγο πριν τις μελωδίες, πάλι ήσουν εσύ και ξέρασε η καρδιά μου από το άγχος και τον πόνο, από τις συσπάσεις

και

θα έβαζα τα κλάματα αλλά δεν κοιμόμουν μόνος, και θα χτύπαγα το κεφάλι μου στον τοίχο αλλά δεν ήμουν μόνος

και

παρόλα αυτά τα δάχτυλά μου κάνουν αυτά που πρέπει, πιάνουν νερό, ρίχνουν ματιές, ξύνουν πληγές

και τελικά

κάνω αυτό που μου ζητούν, παραμένω ζωντανός κι ας με έβαλε σε σκέψεις η Ν., ή μάλλον αυτό που μου είπε, δες, κάποιος κάπου κάποτε, ένας εδώ κοντά πρόσφατα, είπε να κάνει το λογικό άλμα από τη ζωή στη μη ζωή, γιατί ο θάνατος δεν είναι κατάσταση, και το σάουντρακ του λίμπο με τα τρεχούμενα νερά με προσκαλεί σε μια μη ζωή (ημιζωή;) αλλά δεν ξεγελώ κανέναν

αυτό που κάποιοι τολμούν γεμάτοι θάρρος και απόγνωση εγώ δεν θα τολμήσω ποτέ να το κάνω. Άραγε θα υπάρχουνε μύγες εκεί; Άραγε θα υπάρχουν αναμνήσεις; Στα κρεβάτια του νοσοκομείου που αναρρώνουν αυτοί που αποτύχανε, θα υπάρχουνε εκεί άνθρωποι σαν και σένα;

Δε θέλω ούτε ταξίδια, ούτε καλοκαίρια, ούτε ήλιο, ούτε θάλασσα.

Θέλω να σε πίνω όταν διψάω,
να σε δαγκώνω όταν πεινάω,
να σε γαμάω όταν καβλώνω,
να σ' ανταμώνω όταν μου λείπεις.

Θέλω να με έχεις του χεριού σου όταν σ' αφήνω.
Και να με νιώθεις σαν με φτύνεις.
Κι όταν τελειώσει επιτέλους η ιστορία μας.
Να πούμε πως τη ζήσαμε ολόκληρη.

Σάββατο 7 Ιουλίου 2018

Όσο τα σκέφτομαι αυτά πεθαίνω

Ήταν με το ποδήλατό του και φορούσε ακουστικά. Πήγαινε προς το σπίτι και ήταν πολύ αργά το βράδυ. Ένα αμάξι που πέρασε δίπλα του γκαζωμένο τον τρόμαξε, έπεσε σε μια μεγάλη λακκούβα του δρόμου και σωριάστηκε στο δρόμο. Το επόμενο αμάξι, επίσης γκαζωμένο, πέρασε πάνω από την κοιλιά του και συνέθλιψε πολλά από τα όργανά του. Στα ακουστικά έπαιζε ακόμα αυτό το τραγούδι που κάτι λέει για κάποιον που θα πεθάνει σε ένα μέρος όπου κανείς δεν θα ξέρει το όνομά του. Σκέφτεται πως είναι ειρωνικό να τραγουδάει αυτό το τραγούδι τόσα χρόνια και ξαφνικά να πεθαίνει στα Πατήσια, όπου κανείς δεν ξέρει όντως τ' όνομά του. Σκέφτεται επίσης ότι πρέπει να σταματήσει τη μουσική και να τηλεφωνήσει σε κάποιον μήπως και τη γλυτώσει. Σκέφτεται ότι αν πρόσεχε παραπάνω, μπορεί να μην έπεφτε στη λακκούβα ή μπορεί να έβγαινε χωρίς να πέσει. Σκέφτεται οτι αποκλείεται να πεθάνει γιατί στη Λιοσίων περνάει κόσμος, ακόμα και στις 3 το βράδυ τις καθημερινές. Σκέφτεται ότι αποκλείεται να πεθάνει γιατί αύριο είναι Πέμπτη και έχει πει να κάνει κάτι με τους φίλους του. Σκέφτεται ότι έχει πει να πάει διακοπές με τη φίλη του που θέλει τόσο πολύ να πάει. Σκέφτεται ότι η μάνα του του τηγάνισε πατάτες και πρέπει να τις φάει γιατί η μάνα του θα στεναχωρηθεί. Σκέφτεται ότι θα ήθελε να έχει παρέα, σε κάποιον να γκρινιάξει για το πόσο πονάει και πόσο δύσκολα θα περάσει στο νοσοκομείο.

Όσο τα σκέφτεται αυτά πεθαίνει.

Την επόμενη ημέρα οι φίλοι του βγαίνουν, οι πατάτες πετιούνται, κανένα εισιτήριο δεν κλείνει για κυκλαδίτικο νησί και τελικά κάποια σχέδια επαληθεύονται, κάποια ακυρώνονται.

Και δυο λόγια για τη συντροφικότητα. Που σημαίνει να ζεις κομμάτια της ζωής σου μαζί με τον άλλον. Που σημαίνει πως πρέπει με ένα μαγικό τρόπο, πράγματα που συμβαίνουν σε μια ζωή να επηρεάζουν δύο (ή παραπάνω). Που σημαίνει ότι 2 άνθρωποι (ή και παραπάνω) αντιμετωπίζουν την ίδια κατάσταση.

Συντροφικότητα = εξάρτηση;
Συντροφικότητα = πολυμορφία;
Συντροφικότητα = καθυστέρηση;
Ατομικότητα = ανεξαρτησία;
Ατομικότητα = ελευθερία;
Ατομικότητα = αυτάρκεια;
Συντροφικότητα (για 2 άτομα) = ανεξαρτησία + ανεξαρτησία =  ελευθερία + ελευθερία = αυτάρκεια + αυτάρκεια (για παραπάνω, παραπάνω)

Συντροφικότητα, ο πολλαπλασιαστής της ελευθερίας μου.

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2018

Θα είναι ήδη όμως αργά γιατί θα έχουν χαθεί τόσα, από μια μόλυνση, από τη μόδα, από μια ισχυρή δόση (αλλά όχι αρκετή, ούτε καν αρκετή)

https://www.youtube.com/watch?v=OLBdB5wIopY

το καλοκαίρι μου είναι
όταν περπάτησα ξυπόλητος από Ροτόντα σπίτι
με ένα σουβλάκι στο χέρι
και τα γυαλιά του δρόμου δε μου έκοψαν το πόδι

ακόμα
είναι σταλιές σταλιές αίμα
στα λευκά πλακάκια ενός σπιτιού γεμάτου νερό
που τα αγόρια ψάχνανε φιλιά
και τα κορίτσια το ίδιο
κι εγώ με τα πόδια γυμνά
απολάμβανα το τσούξιμο του βρώμικου πατώματος στα κομμένα μου ακροδάχτυλα

το καλοκαίρι πρέπει να κάνεις πράγματα που δεν κάνεις τον υπόλοιπο χρόνο
να βγάζεις τη μπλούζα σου σε άκυρα μέρη
να μη φοράς παπούτσια σε μέρη που πρέπει να φοράς
να μιλάς σε αγνώστους επειδή είναι όλοι λίγο πιο φιλικοί
το καλοκαίρι
είναι για να πας σε νέα μέρη
και να ξαπλώσεις σε νέα κρεβάτια
και να ακούσεις νέες φωνές

εγώ βαριέμαι όμως
και η διάθεσή μου αλλάζει ανά 5λεπτο
βαριέμαι και το καλοκαίρι και τα καινούργια του πράγματα
και βαριέμαι να πρέπει να λέω μόνο ενδιαφέροντα πράγματα
και βαριέμαι να δείχνω ενδιαφέρων τύπος
και να μιλάω έξυπνα
και να μοιάζω κουλ
και να δείχνω αυτάρκης και δυνατός

βαριέμαι να κάνω τόσα μόνο και μόνο για να μη βαριέσαι
και να μην τα καταφέρνω κιόλας

προτιμώ το καλοκαίρι να ακούω στέρεο νόβα
που ταιριάζουν κιόλας
και να περπατάω ξυπόλητος
και να μεθάω και να μπαίνω σε πάρτυ ακάλεστος
και να βλέπω σειρές
και να ανοίγω ερκοντίσιον γιατί ζεσταίνομαι φρικτά

και αμα φαίνομαι ωραίος τύπος καλώς
αν όχι
μπορείς να πας να γαμηθείς

Δευτέρα 2 Ιουλίου 2018

Τσάμπα μου σηκώνεται αφού δεν είσαι σε απόσταση αγγίγματος

Και ξανά δεν μπορώ να κοιμηθώ και παίζω στον υπολογιστή
και περιμένω να νυστάξω αρκετά ώστε να μην έχει σημασία τι θα σκέφτομαι μόλις κλείσω τα μάτια
και δεν μπορώ να πάρω κάποιο υπνωτικό γιατί θέλω να κοιμάμαι ήσυχος
η μόνη λύση που με κοιμίζει είναι να την παίξω
όμως δεν μπορώ να την παίξω καθόλου εύκολα τελευταία
που είναι φυσικό αν το καλοσκεφτείς

δεν μπορώ να σε φαντασιωθώ γιατί είμαστε κολλημένοι
και δεν μπορώ να φαντασιωθώ καμία άλλη γιατί θέλω εσένα
όποτε προσπαθώ να σκεφτώ άλλες στιγμές
τσουπ! να σου η φίλη, θα περάσει να πει ένα γεια
και μετά φυσικά, καληνύχτα

ή εσύ ή κανείς

που και που κάνω την υπέρβαση και κοιμάμαι
και που και που κάνω την υπέρβαση και χύνω
αλλά η αλήθεια είναι πως δεν ευχαριστιέμαι τίποτα από τα δύο αυτές τις μέρες

πληρώνω την ανυπομονησία μου
πληρώνω την ανωριμότητά μου
πληρώνω την ανοησία μου
και δεν κοιμάμαι

Δεν έχω χειρότερο, να ξέρετε.

Μια μέρα θα καθίσουμε στη βεράντα ενός εξοχικού με θέα τη θάλασσα
και θα βασιλεύει η ηρεμία
μέσα μας κι απ' έξω
-η ηρεμία πριν την καταιγίδα-
μα δε θα μας πειράζει που θα βρέχει
θα είμαστε ήδη υγροί

απόψε έχω κάβλες φουλ (δεν ξέρω αν φαίνεται)
και δεν έχω καμία όρεξη να προσπαθήσω να μη σε σκέφτομαι
οπότε όλες μου οι φαντασιώσεις είναι αφιερωμένες εξαιρετικά

μια νύχτα σαν κι αυτή
θα πηδηχτούμε όπως πρέπει
έχε πίστη στο δίκιο του αγώνα
μια
δυο
τρεις
στο τέλος θα κερδίσουμε

https://www.youtube.com/watch?v=EExyhURcYO0

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

Σ' ένα ξέφωτο τελειώνει το ταξίδι και δεν κρατάει για πάντα

https://www.youtube.com/watch?v=V5YOhcAof8I

1)
Και μια μέρα ήταν πρωί, 8 το πρωί, και με άφησε η μαμά μου έξω από τη σχολή. Και πριν μπω μέσα, αφού έφυγε η μαμά μου, κάθισα στο πεζούλι. Και είχα πολλά μαθήματα, ήταν το 9ωρο της Δευτέρας. Πριν αποφασίσω να μπω στη σχολή, κανείς δεν είχε έρθει ακόμα, έβγαλα ένα σφυρί από την τσάντα μου και άρχισα να κοπανάω τον αριστερό μου καρπό. Και μετά τα πρώτα πέντε χτυπήματα έσπασε ο καρπός μου, και μετά τα δέκα πρώτα χτυπήματα διαλύθηκε και θρυμματίστηκαν τα κόκκαλα. Και μετά τα είκοσι χτυπήματα είχε λιώσει το δέρμα, είχαν διαλυθεί τα αγγεία και το σφυρί χτυπούσε μόνο το τσιμέντο στο πεζούλι. Σχεδόν ακούω τα χτυπήματα. Και μετά σηκώθηκα, έβαλα το σφυρί στην τσάντα, πέταξα το κομμένο χέρι και μπήκα για μάθημα.

Αργά το απόγευμα που σχόλασα με περίμενε η γραμματέας της σχολής. "Περίμενε" μου είπε. Περίμενα αλλά νύσταζα, ήθελα να πάω σπίτι και με πονούσε και το μέλος που μου έλειπε. Εκείνη μου έπιασε τις κρεμάμενες ίνες και τα σπασμένα αγγεία. "Ορίστε" μου είπε, και μου έδωσε καινούργιο. "Είναι μακριά;" τη ρώτησα. "Πολλά χιλιόμετρα" μου είπε και στεναχωρήθηκε. "Τόσα πολλά χιλιόμετρα".

2)
Και μια μέρα περίμενα το λεωφορείο να γυρίσω από τη δουλειά. Και ήταν καλοκαίρι και ζεσταινόμουν αλλά ευτυχώς είχα σχολάσει βράδυ και αντεχόταν. Και πονούσε η μέση μου αλλά δεν με πείραζε, είχα κάνει αυτό που έπρεπε. Και στη στάση που δεν έγραφε ακόμα τότε τα λεπτά, ξάπλωσα στο παγκάκι. Και έβγαλα από την τσάντα μου ένα σκεπάρνι. Και με την κοφτερή άκρη άρχισα να κοπανάω το αριστερό μου πόδι, ακριβώς κάτω από το γόνατο. Και με το πρώτο χτύπημα συντρίφτηκε το καλάμι μου και το πόδι μου αχρηστεύτηκε. Και με το δεύτερο κόπηκε το πρώτο κόκκαλο. Και με το πέμπτο ξεκόλλησαν και οι τελευταίες κυτταρικές επαφές και έμεινε η χοντρή μου γάμπα στο παγκάκι. Και ανακάθισα και έβαλα το σκεπάρνι στην τσάντα μου. Και σηκώθηκα στο ένα πόδι και πέταξα το μισό μου πόδι σε ένα οικόπεδο δίπλα. Και ήρθε το λεωφορείο και μπήκα.

Μόλις έφτασε το λεωφορείο σπίτι και κατέβηκα, βρήκα τον φίλο μου από τη δουλειά, είχε ρεπό και δεν τον είχα βρει. Με κουτσό τον πλησίασα. "Που πας;" τον ρώτησα; "Σε περίμενα" μου είπε. "Γιατί;" απόρησα. Εκείνος με κράτησε από τους ώμους για να μην πέσω και έσκυψε στο πόδι μου. "Ορίστε" μου είπε. Και στάθηκα ξανά. "Είναι μακριά ακόμα;" τον ρώτησα. Εκείνος έφευγε προς τη Θηβών και στάθηκε. "Πολλά χιλιόμετρα. Έχεις ακόμα τόσα πολλά χιλιόμετρα".

3)
Και μια άλλη μέρα έκανα ποδήλατο και σταμάτησα στις γραμμές τους τρένου στις τρεις γέφυρες. Και έφευγε ένα τρένο που θυμόμουν πως ήθελα να μπω αλλά δε μπήκα. Και είχα φέρει κοτοπουλάδες να φάω και περίμενα γιατί ήξερα πως φεύγει στις 12 το τρένο και θα περνούσε από κει. Και είχα φάει 2-3 μπουκιές και πέρασε το τρένο και, τι παράξενο, ήταν όπως όλα τα υπόλοιπα τρένα. Και μόλις τελείωσε το σάντουιτς κάθισα στη μάντρα που χωρίζει τις γραμμές από τον υπόλοιπο κόσμο. Και άνοιξα την τσάντα μου και έβγαλα ένα κατσαβίδι, σταυροκατσάβιδο. Και με το δεξί μου χέρι άρχισα να καρφώνω το κατσαβίδι στο στήθος μου. Και στο πρώτο χτύπημα σκόνταψε το μέταλλο στο θώρακά μου και πόνεσε το χέρι μου. Και στο δεύτερο έσπασε το στέρνο και πέρασε μέσα αλλά δε χτύπησε τα όργανα. Και στο πέμπτο είχε γίνει σμπαράλια η καρδιά μου. Και στο δέκατο είχαν γεμίσει αίμα οι πνεύμονές μου. Και μετά ανέβηκα στο ποδήλατο στάζοντας αίμα στο σίδερο και έφυγα.

Δεν πήγα σπίτι γιατί δεν ήθελα, πήγα Σεπόλια που έμενα μια φίλη μου. Και μόλις μπήκα εκείνη μου φώναξε γιατί έσταζα αίμα και είχε σφουγγαρίσει. "Μην πατάς πουθενά, απλά κάτσε στην καρέκλα στο πισί" φώναξε. Κάθισα και δεν έλεγα τίποτα, είχε φουσκώσει ο λαιμός μου απ' το αίμα. Εκείνη το κατάλαβε και "μπες φβ" μου είπε. "Θέλω να σου δείξω τις φωτογραφίες από το καλοκαίρι". Μπήκα κι εκείνη ήρθε από πάνω μου και μου έπιασε τις τρίχες στο στήθος. "Περίμενε" μου είπε. Και μετά κατάφερα και μίλησα ξανά και έκλεισαν οι τρύπες από το κατσαβίδι και μπήκε αέρα πάλι στο στήθος μου και φούσκωσε ξανά. "Είναι μακριά;" τη ρώτησα. "Πολλά χιλιόμετρα, πολλά χιλιόμετρα ακόμα".



Και τελικά πλησίασα και μου έμειναν λίγα χιλιόμετρα ακόμα. Και στη διαδρομή που και που, κόβω κομμάτια μου και τα αφήνω. Και μπορεί να τα βρεις σε κάδους, σε οικόπεδα, σε γραμμές τρένου, σε άλλες πόλεις, σε μαγαζιά, σε ξένα σπίτια, σε μετρό και λεωφορεία, παντού. Και πάντα κάποιος θα βρεθεί να μου βγάλει καινούργια. Και ναι, δεν είναι ίδια όπως αυτά που έκοψα και πέταξα, και ίσως η απώλεια του αίματος να μην συμπληρώνεται ολόκληρη. Και ίσως να μη μπορώ να κάνω όλα αυτά τα χιλιόμετρα. Κάποιος κάπου πάντα βρίσκεται και μου δίνει χέρι, μου δίνει πόδι, μου δίνει ανάσα, μου δίνει αίμα. Και εγώ τα παίρνω και συνεχίζω. Συνεχίζω αλλά δε μπορώ και ρωτάω. "Είναι μακριά;". Και πάντα μου λες "Πολλά χιλιόμετρα". "Τόσα πολλά χιλιόμετρα ακόμα".

"Θες να τα κάνουμε μαζί;" τόλμησα κάποτε να σε ρωτήσω
και ακόμα περιμένω τη στιγμή που δε θα αφήσω κανένα κομμάτι μου πίσω









Τρίτη 26 Ιουνίου 2018

Μικρές εξομολογήσεις για ανθρώπους που πεθαίνουν

Ο φόβος φυλάει τα έρημα. Δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνει αυτό αλλά δε θα κουραστώ προσπαθώντας να το αναλύσω. Μου αρέσουν οι λέξεις φόβος, φυλάει και έρημα. Νομίζω οτι είναι σημαντική μια φράση επειδή μιλάει για το φόβο, για τη φροντίδα και για τη μοναξιά. Μέχρι εκεί φτάνει η (τελικά πολύ πολύ μικρή) νοημοσύνη μου.

Σταμάτησα να διαβαζω την Κ καιρό, δεν είμαι σίγουρος γιατί. Φαντάζομαι γιατί ποτέ δεν έγραφε για μένα. Όταν ο άλλος βγάζει τα σώψυχά του και αυτά δε μιλάνε για σένα ενώ εσύ θες να μιλάνε για σένα, τότε σταματάς να διαβάζεις. Κάθε κειμενάκι για άλλον άνθρωπο που θα ήθελες τη θέση του είναι πληγή. Βέβαια πάει, αυτό πέρασε όντως (ευτυχώς), όμως δες, δες πόσο λίγο καταφέρνω να αστυνομεύσω τον εαυτό μου, πόσο λίγο καταφέρνω να νιώθω τα σωστά πράγματα με την κατάλληλη ένταση.

Από την άλλη, σπάνια κοιτάω αγόρια στα μάτια γιατί τα αγόρια μου φαίνονται τόσο μη καβλωτικά. Δε με νοιάζει να με αγγίξουν ή να με αγαπήσουν, θέλω να με σέβονται (ενίοτε να με φοβούνται) και να με εκτιμούν. Όχι όμως να με χαϊδεύουν, νιώθω πως χάνω το χρόνο μου. Τα αγόρια έχουν μια πολύ ειδική θέση στη ζωή μου, τα αγαπώ, τα εκτιμώ και τα φοβάμαι, όχι μόνο γιατί μπορεί να με δείρουν (αν και δε μπορούν όλα) αλλά γιατί είναι ανταγωνιστές μου στην αιώνια πάλη για  ξ ε χ ώ ρ ι σ μ α. Μισώ τους αντίθετους γιατί δε με θέλουν, μισώ τους ίδιους γιατί μου κλέβουν τα κορίτσια. Αλλά τελικά μάλλον δε μισώ κανέναν. Μάλλον.

Έμαθα πως φεύγεις και λυπήθηκα. Κι ας είπες πως θα φύγεις σε πολύ καιρό. Τι ανοησία να ανησυχώ για κάτι που τότε μάλλον δε θα έχει σημασία. Κάθε πράγμα στον καιρό του, εγώ πάντα αυτό έλεγα. Ίσως για αυτό ποτέ δεν ήμουν προετοιμασμένος σωστά. Όταν θα φύγεις ή δε θα με νοιάξει ή θα σου ζητήσω να μείνεις. Γιατί πάντα είμαι της υπερβολής βλέπεις και δεν πάει αλλιώς. Αλλά νομίζω θα με καταλάβεις, και όταν μου μιλήσεις ειλικρινά και με το ζεν σου ύφος, θα καταλάβω κι εγώ. Την ακούω ξέρετε, όταν μου μιλάει, την ακούω σαν να μην υπάρχει άλλος ήχος στον κόσμο.

Τέλος, διάβασα ένα άλλο κειμενάκι που είπε πως σέρνουμε τα πτώματά μας απο δω κι από κει. Δεν ξέρω αν ισχύει αλλά ήταν ωραία φράση, δυνατή. Μου άρεσε η σκέψη οτι έχουμε πεθάνει από καιρό, και παρόλα αυτά, με τη θέληση για ζωή, τη θέληση να ρουφήξουμε ζωή από κάποιον άλλον (για αυτό δεν πάμε κι ερωτευόμαστε;), τελικά σέρνουμε σαπιζόμενα κουφάρια από δω κι από κει και το μόνο που κρατάει όρθια τη στάση μας και δε σωριαζόμαστε είναι η έλξη για κάτι άλλο. Νεκροί κομήτες που ταξιδεύουν στο διάστημα και η βαρύτητα από τα άλλα ουράνια σώματα, κάποια ζωντανά και κάποια νεκρά, μας τραβάει και μας αλλάζει την τροχιά έως ότου κάποτε πέσουμε με φωτιά ή με σιωπή στην επιφάνεια κάποιου πλανήτη και γίνουμε επιτέλουν σκόνη, συσσωμάτωμα με τους άλλους νεκρούς κομήτες που τσακίστηκαν πριν από μας.